|
η позвоночник; хребет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово позвоночник? — ραχοκοκκαλιά как на (ново)греческом будет слово хребет? — ραχοκοκκαλιά как с (ново)греческого переводится слово ραχοκοκκαλιά? — позвоночник, хребет — αξήραντος — σκάνταλο — οκταπλασιάζω — λιθοειδής — αποδημητικός — γιγάντειος — κοντράτο — απακεττάριστος — μουσικοδιδάσκάλισσα — υπεργλυχαιμία — συχνότης — γκαρνταρόμπα — νοτινός — συγκρατημένα — φορτισμένος — περιστολή — απώλεσα — αποσφραγίζω — εξοβελιστέος — περιλαμβάνω — ισόβιος |
|||