|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πλουσιοκόριτσο? — — σπόρι — έπαρση — ξαποστέλνω — ξηροκλίβανος — νεοζωϊσμός — τηλεοπτήρ — πλάσσω — γκολ — καταπονητικός — τορπίλλη — πάνθηρας — φριζάρισμα — ψές — πρωτοποριακότητα — προσονάχωμα — αντισυνταγματικότητα — κονταροχτύπημα — φράζω — γαστρονομικός — αντεφορμώ — φαληρικός |
|||