Новогреческий словарь
αναρρουφητό
αναρρουφητό
το
всхлипывание, рыдание
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
всхлипывание
? —
αναρρουφητό
как на
(ново)греческом
будет слово
рыдание
? —
αναρρουφητό
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναρρουφητό
? — всхлипывание, рыдание
#
(ново)греческий словарь
—
κεφαλαίος
—
μαϊνάρω
—
αυλόθυρα
—
στράτευμα
—
πλεονασμός
—
υποστροφή
—
επισπεύδω
—
πλάτανο
—
σεβαστικός
—
αερότοπος
—
διπλοχαιρέτισμα
—
μπατικά
—
σοβάς
—
νερόλακκος
—
στρατολόγος
—
ευκταίος
—
ανενόχλητος
—
τρελλοκομείο
—
γραφειοκρατικός
—
καθρεφτιστός
—
βιβρώσκω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве