|
ο избиение, побои (палкой) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово избиение? — ξυλοδαρμός как на (ново)греческом будет слово побои? — ξυλοδαρμός как с (ново)греческого переводится слово ξυλοδαρμός? — избиение, побои — αδιάθλαστος — αριά — λεπτότητα — φλάουτο — σχωρνώ — λάμας — δεκαδικός — ισλαμικός — άβραστος — αναστατικός — βαροθερμόμετρο — καπάκωμα — αλαλητό — ταχταρίζω — χρυσοχοΐα — δόγμα — βιλάρα — φορολογικός — ξαρμπουρίζω — ισοχρονισμός — αβόσκητος |
|||