|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναγουλιάρικος? — — ευλογία — ξίκικα — εκλάμπω — πολυδουλεμένος — καταδαμάζω — φλογοκρύπτης — εφτάζυμος — αρρενοφυής — ανειρήνευτα — παντρεύομαι — καρυόφυλλο — διχρωμικός — φορτισμένος — αυτοκινητοδρόμιο — γατσιομαλλιάζω — ανυφαίνω — αποκορύφωση — λιοβασίλεμα — επαρχιώτης — περιστασιακός — ξεμονάχιασμα |
|||