Новогреческий словарь
αλμυρόγεως
αλμυρόγεως
солончаковый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
солончаковый
? —
αλμυρόγεως
как с
(ново)греческого
переводится слово
αλμυρόγεως
? — солончаковый
#
(ново)греческий словарь
—
ευλίμενος
—
δερμίτιδα
—
σεπτεμβριάτικος
—
ανοσήλευτος
—
κόρακας
—
αποκαταντώ
—
υδατανθρακούχος
—
Βουλγαρία
—
αντιπροπέρυσι
—
πατάσσω
—
ξεψαρωμένος
—
τερηδονίζομαι
—
ασφαλιστής
—
ισόβαρος
—
εντεροπληγία
—
αναπετάω
—
δίμετρος
—
τσιτσί
—
υπερώνυμο
—
αλέτρι
—
απαλοσίτι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве