|
τα грам. существительные, означающие детёнышей животных и оканчивающиеся на -ιδεύς, напр. ; λεοντιδεύς — львёнок, λυκιδεύς — волчонок и т. п.??? #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γονεωνυμικά? — — καταπίεση — δεντρότοπος — μανδάτωρ — τσεκουρώνω — υδατικός — αμμοδοχείο — ακαρτέρευτος — μπεκροκανάτα — πυροφοβία — λεκιασμένος — μεταλλομάστευση — αετωματικός — λευκόχαλκος — ανάβλυση — μωρουδάκι — αραπόπουλο — ακεφος — λουθηρανός — Αμαζόνιος — γηθόσυνος — κοιμητήριο |
|||