Новогреческий словарь
Ενετία
Ενετία
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
Ενετία
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ξέσκουρα
—
ενδοιασμός
—
κακοφανισμένος
—
πρωτευουσιάνικος
—
βρομόκαιρος
—
μπαρκάρισμα
—
μικροπονηρία
—
αναχρονιστικός
—
απαγκίστρωση
—
προβολικός
—
καρρέ
—
αμυγδαλοθραύστης
—
σίφουνας
—
αναγιγνώσκω
—
σκύβω
—
υπνογένεια
—
ξέστερος
—
ρεγχάζω
—
βράδυνση
—
σκωληκοτροφία
—
αντροσύνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве