αλευριά

формы словаβ
αλευριά
η каша из муки;

===
          ο πού καεί στήν ~ φυσά καί τό γιαούρτι — посл. [phrase]кто обжёгся на молоке, дует и на воду[/phrase]



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово каша из муки? — αλευριά
как с (ново)греческого переводится слово αλευριά? — каша из муки


σκυλοκαβγάςΚαϊμακτσαλάνγοργοπόδαροςκληρικόςπαραπεμπτικόςσιδερώστραμαρτύριοαργυρολογώκρανοφόροςγονυκλυσίαχειλοπλαστίααιτίαυποσχετικόπιλοτίνασιδεροδεσίαπλαγκτονικόςαδιαοκόρπιστοςγυαλουρίζωεκτοκισμόςγραμμούλασεισμολογικός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit