Новогреческий словарь
σεσαγμένος
σεσαγμέν|ος
уст.
осёдланный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
осёдланный
? —
σεσαγμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
σεσαγμένος
? — осёдланный
#
(ново)греческий словарь
—
κυτταροπαθολόγος
—
αφομοίωση
—
προφέρνω
—
διστάζω
—
πρότυπος
—
έρχομαι
—
ναρκισσιστής
—
τουρλωτός
—
τυφλώνω
—
κελλιώτης
—
ναζιστής
—
μουλαράκι
—
υπάγω
—
αντισημιτικός
—
αναπόδιασμα
—
γλαφυρότητα
—
ακαρπία
—
οπτόπλινθος
—
αεριτζίνα
—
έκχυσις
—
γίδινος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве