|
ο, η гардеробщик, гардеробщица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гардеробщик? — ιματιοφύλακας как на (ново)греческом будет слово гардеробщица? — ιματιοφύλακας как с (ново)греческого переводится слово ιματιοφύλακας? — гардеробщик, гардеробщица — αφαιρέτης — ηδονιστικά — σκαρούσα — οξειδώνω — αξεπλέρωτος — γάϊδαρος — εμπορεύσιμον — μονόματος — νούς — εξάφρισμα — ρογιάζω — παντρεύομαι — δονούμαι — ευχερώς — γοργοπέρασμα — καλουπατζής — κακοκάμωτος — κατασκευάζω — χιλιοστό — ημιγονυπετής — τάνάποδα |
|||