|
самовозгорающийся #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово самовозгорающийся? — αυτοαναφλεγόμενος как с (ново)греческого переводится слово αυτοαναφλεγόμενος? — самовозгорающийся — επίταση — παραληρηματικός — τσαγκαροσούβλι — χρωματογόνος — δαφνοστεφής — φτηνοδουλειά — ιδιοκατοίκητος — λεμφοκύτταρον — ακαρατόμητος — κουλουρτζής — ραδιουργία — διαποίκιλτος — τέλειωμός — νευράς — ξενύχτιζω — αρρύπαντος — κουκουλλώνω — βιογραφνκός — αμετροπότης — διηθητικός — επανδρώνω |
|||