|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αετονύχισσα? — — ξαναδυναμώνω — βορβορώδης — υγραίνω — εκδορά — νωθρότητα — επιφυλάσσω — χιλιοστό — ασυναρίθμητος — στειρωτικός — γυροσκόπος — χτενίζω — φελί — ντόπιος — αφερέγγυος — μονόκλ — ανεπιβλεψία — απεργοσπαστικά — τόρνος — ασφυκτικά — διαφοροτρόπως — νυσταγμένος |
|||