|
разрываться, раздираться #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разрываться? — ξεσκίζομαι как на (ново)греческом будет слово раздираться? — ξεσκίζομαι как с (ново)греческого переводится слово ξεσκίζομαι? — разрываться, раздираться — λεπτοσανίς — λάμψη — γατσιόμαλλα — μπεμπέκα — συμμαζεμένος — ξάστερα — σαμαρώνομαι — ανεπαχθώς — μετουσιώνω — ανάβραστος — τρία — μασουλάω — παρατραβηγμένος — μονόχρονος — μανικώνω — γωνιώδης — τριακοσιοστός — πατούχας — ανέκκλητος — ηλεκτρακουστική — σπειρωτός |
|||