|
крахмалить #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово крахмалить? — κολλάρω как с (ново)греческого переводится слово κολλάρω? — крахмалить — γιόντα — ψαλτός — δείνα — στάξη — αλήστευτος — αμηχανία — στηθοχτυπιούμαι — αχλαδόκαμπος — λουβιάζω — απογένομαι — λέβα — σπιουνιά — μεσόφρυδο — αδιαφόρετα — χρονοφωτογραφία — ιπποτικός — προβιβασμός — στρεψόδικος — λαιμικός — απόφανση — προσανατολίζομαι |
|||