|
η масляное пятно #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово масляное пятно? — λάρνα как с (ново)греческого переводится слово λάρνα? — масляное пятно — διαρρηκτός — κοινοβιότητα — φαγάνα — κοντούλικος — αντιρρησίας — ολοκληρωτής — εικοσαετηρίδα — ημεδαπός — Γυάλινος — αυγερινός — αριστουργηματικός — ούρος — αλληλοσχέση — τυραννικός — εύανδρος — μαρμαροκόλωνο — ίνδαλμα — νερόβρασμα — δικαιοκρισία — μήλειος — ωφελιμισμός |
|||