|
αόρ. от εύχομαι #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ευχήθηκα? — — εκβαίνω — τρόφιμο — ξάλεσμα — απολούζω — νεολαία — υφαλόχρωμα — λούζω — μοιάζω — χάχανο — θειαφής — εξανθρακωτικός — λεπτότριχος — μυριόχρωμος — έντονα — πρίσμα — κανατάδικο — αυτοδιορίζομαι — αλληγόρημα — αψιθιά — αντιπρύτανις — Φίλιππος |
|||