Новогреческий словарь
αιγιαλίτιδα
αιγιαλίτιδα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αιγιαλίτιδα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
διαγουμίστρα
—
ζώγρηση
—
τότενες
—
τορπίλλα
—
παντοφλάδικο
—
απιστομίζω
—
αλληλοδιάψευση
—
ανώτατος
—
κακωσύνη
—
ενάγων
—
ενόν
—
αρχιεπισκοπή
—
μύρτος
—
νοτιοανατολικά
—
κουμαντέρνω
—
δωδεκαετής
—
εξίχθην
—
πατατοσαλάτα
—
αντικοινοβουλευτικά
—
έδωνα
—
φορτσαρισμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве