|
високосный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово високосный? — δίσεχτος как с (ново)греческого переводится слово δίσεχτος? — високосный — δυσπαρατήρητος — δαρτός — φάλκο — οσπριοφαγία — εμπορορραπτικός — θενά — γαϊδουροπείνα — ερράθην — ατροπολόγητος — εξώλης — μελιτζανάκι — Ανατολίτης — μηδένιση — διαβεβαίωση — διαστρεμμένος — μπουγάς — σάχλα — υλισμός — ινστιτούτο — πυργοειδής — αφανέρωτος |
|||