|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγυιόπαις? — — συμφέρω — ασαχτος — αναλώτρια — μονοθεϊσμός — αργυροκουδουνάτος — μούδιασμα — μπόγος — τελετή — εφορώ — απαγίδευτος — αντιγραφέας — στέγαση — τραβηχτός — κυριαρχημένος — παλιόστομα — τεσσαρακονταετηρίδα — ραδιοδέκτης — ναυαγοσώστης — Αρχάγγελος — πύξινος — ελεμές |
|||