αγυιόπαις

формы словаβ
αγυιόπαις



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αγυιόπαις? —


συμφέρωασαχτοςαναλώτριαμονοθεϊσμόςαργυροκουδουνάτοςμούδιασμαμπόγοςτελετήεφορώαπαγίδευτοςαντιγραφέαςστέγασητραβηχτόςκυριαρχημένοςπαλιόστοματεσσαρακονταετηρίδαραδιοδέκτηςναυαγοσώστηςΑρχάγγελοςπύξινοςελεμές




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit