|
η киргизка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово киргизка? — Κιργισία как с (ново)греческого переводится слово Κιργισία? — киргизка — φορολόγηση — φύω — γλυκύλαλος — ραχοκοκκαλιά — ψυχοκτόνος — μηνιάτικο — αντεισαγγελεύω — αργοκουνώ — πειθαρχικά — γέμελλος — πεντακοσάρι — σχοινοβάτισσα — αναβρασμένος — δυτικός — θρυμματίζομαι — κουσκουσούρης — φωταγωγικός — ανοσοποιώ — βεντούζα — ασύζευκτος — αρχιστρατηγείο |
|||