|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κονσουμασιονίστ? — — ανθοδόχη — ασφαλιστικό — τρίμηνο — απολλύω — δέω — πλαγινός — δεδουλευμένος — στρογγυλοφέγγαρος — υδροφράκτης — αδιέξοδος — καλαματιανός — μαγκοφέρνω — πεσιμιστής — σπάζω — δεντροστοιχία — σατανικός — θένορ — ακαλμάριστος — προσοχή — αστεί|ο — φέσα |
|||