|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καπήλευση? — — μεγαλομανία — βουνιά — βλακόμετρο — ανελεύθερος — αμβλωτικός — πρώτιστος — υγειολογία — αντενοκατάρτι — εμφιλοχωρησία — αισθητής — αυλακώδης — αύριο — ομοιογένεια — παραπονιάρης — διευθύνω — σωληνάριο — υφαρπαγή — ροπή — καλοκαιράκι — εως — ανομοιοκατάληκτος |
|||