Новогреческий словарь
εικονολάτρισσα
εικονολάτρισσα
η
почитательница икон
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
почитательница икон
? —
εικονολάτρισσα
как с
(ново)греческого
переводится слово
εικονολάτρισσα
? — почитательница икон
#
(ново)греческий словарь
—
διαφθορείο
—
σεκόντο
—
δίκαννος
—
αρθρόποδα
—
πρωτοπαθής
—
σκούπισμα
—
ξιφουλκία
—
τσυρίζω
—
αντιδραστικός
—
καστραβέτσι
—
ναύλος
—
αρχιτέχτονας
—
ξέγδαρμα
—
φιλοτιμούμαι
—
εικονογραφία
—
βραστερός
—
αγόγγυστος
—
μεσοποτάμιος
—
δισκοβολώ
—
ευκολοπλησίαστος
—
επεκτατικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве