|
заниматься публицистикой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово заниматься публицистикой? — δημοσιολογω как с (ново)греческого переводится слово δημοσιολογω? — заниматься публицистикой — χουφτιάζω — πόλιτσμαν — χαμάλικος — αμέριστος — αβοτάνιστος — αλλοφροσύνη — τέλι — βρουχίζομαι — πλια — δηλωτικό — απορράβω — κυβίστημα — γλυκοφίλητος — σοφία — ξηροπήγαδο — πληθύς — ιερακοτροφία — χειροκίνητος — αναξιοποίητος — πεντακοσιόδραχμο — εξωκυττάριος |
|||