Новогреческий словарь
αποπροσανατολίζω
αποπροσανατολίζω
дезориентировать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дезориентировать
? —
αποπροσανατολίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποπροσανατολίζω
? — дезориентировать
#
(ново)греческий словарь
—
πλαγκτός
—
αργείτικος
—
πηδητικός
—
επιχείρηση
—
γελασμένος
—
εχιδνοειδής
—
λεύκανση
—
σωκρατικός
—
φονεύω
—
κτύπημα
—
σβάστική
—
Μαυροκέφαλος
—
ουρανοβάτης
—
ναυτογράφος
—
απαρακίνητος
—
Θρακιώτης
—
τουρβάς
—
λύδιος
—
πεσσός
—
σαφήνιση
—
αγριοπιπεριά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,