|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παραγαμημένος? — — αντιπαλεύω — μικρύνω — ζυγωματικό — ορμίσκος — απαράγγελτα — διοχέτευση — καταποντισμός — φραγγέλωση — συνθετήριο — σταδιόμετρο — θεμιτός — παραξεκοντακιάζω — αγροφυλακή — συκωταριά — αρχοντομαθημένος — διπλόγραφο — ανέλκω — ευεπίφορος — θωρώ — αθόρυβα — πέριξ |
|||