|
никогда #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово никогда? — ουδέποτε как с (ново)греческого переводится слово ουδέποτε? — никогда — μεμπτός — χαλβαδοποιός — τσορβάς — αναγέλιο — αδιάπτωτος — σημαίνον — ξυλοκοπάνισμα — αγριοκοιτάζω — εμμέλεια — σταυρανθής — χιονόβολο — τρόχος — λιάρδα — πολωσίμετρο — σκολόπαξ — κτηματόγραφο — φραστικός — απαλλοτρίωση — αμετροφαγία — τριπλασιασμός — απολεπίζομαι |
|||