|
η сушилка (для фруктов, табака) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сушилка? — ηλιάστρα как с (ново)греческого переводится слово ηλιάστρα? — сушилка — αρκτικός — λογιέμαι — ακίνδυνο — στήσιμο — κατακλέφτω — περιθωριακός — αξιώνομαι — οπορτουνισμός — γρετίδικος — ριπάς — άπαγε — υδροπονική — παλιόσκυλο — υποβόσκω — φατριαστής — ροταριανός — μετεπιβίβαση — μπαλώνω — μοχθηρία — εξαρτύομαι — βαθύπλουτος |
|||