|
η веснушка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово веснушка? — πιτιηλάδα как с (ново)греческого переводится слово πιτιηλάδα? — веснушка — πολυτονικό — πήδημα — διαβολομάζωμα — αστρολογώ — φαρμακολογικός — χειμάδιον — πρωτοφανής — Κυπραίος — χρονοτριβώ — μονοκομματικός — σπυρωτός — συμμόρφωση — κινησιοθεραπευτής — μαγουλάκι — ταυτολόγος — κατώγειο — αθωράκωτος — πικρίζω — εξασφάλιση — μυριάποδα — αμοίραγος |
|||