Новогреческий словарь
δερμόνι
δερμόνι
το
большое сито, решето
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
большое сито
? —
δερμόνι
как на
(ново)греческом
будет слово
решето
? —
δερμόνι
как с
(ново)греческого
переводится слово
δερμόνι
? — большое сито, решето
#
(ново)греческий словарь
—
οκτακόσια
—
αγροίκία
—
υγροσχαστικός
—
ανεμοκάμηλο
—
σεχταρίστρια
—
δικολάβος
—
εξόφθαλμος
—
συνάνθρωπος
—
πρόσω
—
ψευδοπρόβλημα
—
ορατός
—
αξύλευτος
—
ανακινώ
—
υψηλό
—
κατιφένιος
—
μονοκόκκαλος
—
γουρουνότριχα
—
ακακοπέραστος
—
βροχερός
—
αρνεύγω
—
πραότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,