|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρνοψάλιδο? — — βαϊόκλαρο — ξέζωστος — τελεμές — κληροδότημα — αλογία — ανατρεπόμενος — μαλακτήρας — ψυχολάτρισσα — ολοχρονής — περιελίσσω — χρησμοδόχος — ετοιμάζω — άθεη — πορτοφολάς — αναπιάνω — κλιβανοφόρος — ξεπούλημα — εκατοστόλιτρο — καταβυθίζομαι — δώθενες — ελλοβοκαρπος |
|||