Новогреческий словарь
μηχανορραφία
μηχανορραφία
η
махинация; интрига
;
~ες — козни, происки
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
махинация
? —
μηχανορραφία
как на
(ново)греческом
будет слово
интрига
? —
μηχανορραφία
как с
(ново)греческого
переводится слово
μηχανορραφία
? — махинация, интрига
#
(ново)греческий словарь
—
τσιγκλώ
—
αντισυνταγματαρχης
—
τριετής
—
αγουράδα
—
μετεωρολόγος
—
κατρακύλα
—
εξελέγξιμος
—
υπεραίρομαι
—
παντρολόγημα
—
ανάσυρση
—
εκπληρώνω
—
ηπατοπάθεια
—
μελιτοεξαγωγέας
—
μαρκαδοράκι
—
εποικοδόμηση
—
αποτιμητής
—
ακροθαλασσιάς
—
καταγγελία
—
ελαιοφυής
—
κολοκοτρώνης
—
συμπυρσοκρότηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве