|
применимый, годный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово применимый? — χρησιμοποιήσιμος как на (ново)греческом будет слово годный? — χρησιμοποιήσιμος как с (ново)греческого переводится слово χρησιμοποιήσιμος? — применимый, годный — αντιουδαϊσμός — δρώμενο — εθνοποιώ — αντιλαμπή — κουρτάλημα — τοματοχυμός — υπερημερία — ταπείνωση — στλεγγίδα — λάμια — πλια — σκαλέτα — σύλληπτρα — άδελφατο — υδρομάστευση — εβραιόπουλο — πρωτεύοντα — κομπωτής — σάστισμα — ξυπάζομαι — κερδομανία |
|||