|
ο наргиле, кальян #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово наргиле? — ναργελές как на (ново)греческом будет слово кальян? — ναργελές как с (ново)греческого переводится слово ναργελές? — наргиле, кальян — γιούχα — πλειότερος — ξεδολώνω — κύφωση — καπετάνισσα — δημοπράτης — ξεπορτίζω — ακατάλυτος — προπερασμένος — στραβοπατάω — χέζομαι — ερυθρομέλας — λοξοκοιτάζω — δρομιάζω — μαυρομάτα — δράκων — βυζούδι — αφοπλισμός — βαστώ — πρασινούλικος — τετραμηνιαίος |
|||