|
το полит. пронунсиаменто #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пронунсиаменто? — προνουντσιαμέντο как с (ново)греческого переводится слово προνουντσιαμέντο? — пронунсиаменто — αποχαντακώνω — εκβύθιση — ολοφάνερος — αυτοδιάψευση — υετός — γιουγκοσλαβικός — εξάρμοση — άλμη — πυρρός — κλαυθμηρός — αγόρα — πρωϊνός — ξεθόλωμα — ελαφοπόδαρο — σκύβαλο — βουτιέμαι — νευριαστικός — καμινευτήριο — σμιγάδι — νεραϊδογέννητος — επαλλάσσομαι |
|||