Новогреческий словарь
αναγυρίδα
αναγυρίδα
η
прогулка
;
κάνω μιά ~ — гулять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
прогулка
? —
αναγυρίδα
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναγυρίδα
? — прогулка
#
(ново)греческий словарь
—
διαχασματικός
—
σφυροβολία
—
φλεβαριάτικος
—
βωλοκόπος
—
γρουξιά
—
ρέκτης
—
φιλινάδα
—
μπουζού
—
κινητό
—
δυσβάστακτα
—
κλωστοϋφαντουργικός
—
εκδικούμαι
—
κατανυκτικός
—
πλίνθος
—
μάλλον
—
δρούγα
—
παλμικώς
—
αξέφευγος
—
ασημί
—
μπαλάκι
—
υπεραφθονώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве