Новогреческий словарь
ξελάκκισμα
ξελάκκισμα
το
окапывание
(кустов, деревьев)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
окапывание
? —
ξελάκκισμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
ξελάκκισμα
? — окапывание
#
(ново)греческий словарь
—
αποκολλώ
—
τυραννοκτόνος
—
αμείβω
—
ντιστενγκέ
—
εικονίδιο
—
ασαφής
—
ευθυντήριος
—
βαρήσκιωτος
—
γύρσιμο
—
επίμαχα
—
μαγνήτιση
—
ξιδερά
—
προβοκάτσια
—
έμεση
—
αβαρία
—
βουκέντρα
—
νύχτα
—
αμνήστευτος
—
αερίζω
—
Τούρκισσα
—
ανιώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,