|
помолвить, обручить #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово помолвить? — μνηστεύω как на (ново)греческом будет слово обручить? — μνηστεύω как с (ново)греческого переводится слово μνηστεύω? — помолвить, обручить — έκλυτος — αμοιβαδίαση — εκτελεστήριον — έμετος — κλαπατσίμπαλα — κρίκετ — αλεπόμουτρο — υπερπροστατευτισμός — νερομπούκαλο — τροχιοδείκτης — σεμνοπρέπεια — διήγημα — διαβήτης — επαλλαγή — καβγαδίζω — βουτυρώνω — κοιμητήριο — ξεστηθώνομαι — ξινόγλυκος — αλόφωτος — πληγωμένος |
|||