|
1) обратный; 2) обратимый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обратный? — αντιστρεπτός как на (ново)греческом будет слово обратимый? — αντιστρεπτός как с (ново)греческого переводится слово αντιστρεπτός? — обратный, обратимый — πηγωνιά — πλαϊνός — απροσδιόριστος — στειλιαρώνω — καστορέλαιο — αυτοσχεδιασμός — ιερατεύω — μοριακός — φιλοτέχνημα — σκυλόδοντο — χωσιά — λυκόπορδον — εποχιακός — βαριοκέφαλος — Δημήτρης — ξεγνοιασμένος — προβεβλημένος — γοργοδρόμος — γαλατιανός — κραξιά — μαροκινός |
|||