|
η расширение (улицы, площади) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово расширение? — διαπλάτυνση как с (ново)греческого переводится слово διαπλάτυνση? — расширение — μπατσάκι — εναπόθεσις — μηχανουργείο — νύφη — σκουτί — οινοπώλισσα — ακαλοκάρδιστος — ακροβολισμένος — βαρελάς — ντόρος — αποξεχνώ — εκτοπιστικός — ψευτοφιλία — ελαιοφόρος — μανδαρινισμός — αφλύκταινος — διάγγελμα — υπομονετικός — βιβλιοπώλης — σπρωξίδι — σινιάλο |
|||