|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οικουρός? — — λενινιστικός — ολοκάθαρος — ελεφαντοστόλιστος — άκρον — καρσί — διαπλοκή — ἥττων — σκωπτικότητα — υδροχόη — ιζηματογενής — λαδερό — ακαταληψία — υπαμοιβή — γκέμι — αβολεσιά — ανακαθάρισμα — οδηγικός — διακόνισσα — αθυτος — πατρωνάρω — προσγειωμένος |
|||