|
расизм - м.р. #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ρατσισμός? — — χώλ — άφυσος — γαρνί — σκέπτομαι — αμμόλοφος — γαρμπόζος — απελέκητος — ακρουρά — άθαφτος — χρώμιο — ριπαίος — ενθουσιοσμός — τοιχόστρωση — εόφωνικός — εγκυκλοπαίδεια — δακτυλιογραφία — αμπαρώνω — αίγειος — σιαλώ — αποσμηκτικός — ραδιενέργεια |
|||