γεννητορικός

формы словаβ
γεννητορικός
родительский



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово родительский? — γεννητορικός
как с (ново)греческого переводится слово γεννητορικός? — родительский


ξεμιστεύωσυμφυήςκομμόςηλιόπληκτοςετερογένειαπολυτεχνείοπινακοθήκηαρχιεροσύνηιδιόρρυθμοςαβρώςνεόπηκτοςμύσιςλωτοειδήςαπρόσεχτοςσφαδασμόςδιεθνώςμπρούτζινοςμπάσοσυννεφιασμένοςκατάφασηλιθόκονις




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit