|
η встреча, приём (гостя и т. д.); σπεύδω σέ ~ — спешить навстречу (гостю и т. д.) ; εξήλθε εις προϋπάντησίν μου — [phrase]он вышел меня встретить[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово встреча? — προϋπάντηση как на (ново)греческом будет слово приём? — προϋπάντηση как с (ново)греческого переводится слово προϋπάντηση? — встреча, приём — μικροπολιτικός — τριτοτόκος — ασκομαντούρα — πολυφαγία — ακέντρωτος — αρτηριοσκληρωμένος — αχερόσκοινο — προηγουμένη — μπουστάκι — σκανδαλοθηρω — λαχανιαστός — ακροστόμιο — παραγωγή — δισεγγόνη — σεβασμιώτατος — ζυγηδόν — κοκκώδης — ερωτηματικό — φαβορίτα — χριστιανομάχος — γυροβολω |
|||