Новогреческий словарь
σκληρέγχυμα
σκληρέγχυμα
το бот.
склеренхима
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
склеренхима
? —
σκληρέγχυμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
σκληρέγχυμα
? — склеренхима
#
(ново)греческий словарь
—
γκεστάω
—
αλευροβιομήχανος
—
σιδεράδικο
—
βουτιέμαι
—
ατενής
—
τσούχτρα
—
κήδομαι
—
υποτίμηση
—
απολιχνίζω
—
παρωρίτης
—
μπουλονάρω
—
επαναφορά
—
ζωοτόκος
—
διεθνίστρια
—
εγκρεμός
—
διαμέλισμός
—
διαθηκώος
—
εκθλνπτικός
—
παραβγαίνω
—
χώρισμα
—
φυσιογνώστρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,