|
атласный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово атласный? — ατλαζένιος как с (ново)греческого переводится слово ατλαζένιος? — атласный — γερωσύνη — αιμαγγείωμα — επικλινής — έμφροντις — ακρόμακρα — δισαύξητος — διάδυση — υλοτομώ — ακέριος — ραδιοτηλέφωνο — οφιόδηκτος — ψευδός — σκληραγωγία — αρχιτέκτονας — ζεόλιθος — γλινιασμένος — αυθορμησία — σέβομαι — παρατιμονιά — διανόημα — πνιγμένος |
|||