Новогреческий словарь
σπάρτινος
σπάρτιν|ος
бот.
дроковый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дроковый
? —
σπάρτινος
как с
(ново)греческого
переводится слово
σπάρτινος
? — дроковый
#
(ново)греческий словарь
—
ατιμάζω
—
μασκαρένιος
—
δεκαεξαετής
—
κανείς
—
εκορέσθην
—
αεριοστρόβιλος
—
καστορέλαιον
—
γιδιά
—
αγνωμονώ
—
χρυσοφανής
—
ισπανικός
—
αργοκερήθρα
—
πεταλωτής
—
φασκιώνω
—
κολλεκτίβα
—
χεδροπά
—
ανάλεκτα
—
αναισθητοποιούμαι
—
μαυροκίτρινος
—
μικράκι
—
Θεόφιλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве