|
ο провизор #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово провизор? — φαρμακοτρίφτης как с (ново)греческого переводится слово φαρμακοτρίφτης? — провизор — λαχείο — ευανδρία — ξεχαρβαλωμένος — μύρμηγκας — βραβεύω — αλαφροκέφαλος — γιουγκοσλάβικος — εκμεταλλεύομαι — κέδρωση — κατόπτευση — ευπαθής — αμυγδαλοτομία — τοματοχυμός — λαοπόθητος — αγελάδα — διάμηκες — επινεφριδίτις — σταβλίτης — συνταιριαστός — αχθοφορικός — υπερπλήρης |
|||