|
η супруга, жена #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово супруга? — συμβία как на (ново)греческом будет слово жена? — συμβία как с (ново)греческого переводится слово συμβία? — супруга, жена — τρισεγγόνη — απαλλάσσω — ογδόη — ωτίτης — δίωρος — προσφυγοκάπηλος — κορδόνι — μηνιγγίτιδα — επίκληση — αχρειότητα — καρεκλί — απώγωνος — παλατιανός — βρεφοκομω — αλαχτάριστος — οδοντοσφράγιση — γαλλικά — μουράγιο — χωριανός — ορνιθοκόμος — αναδιορθώνω |
|||